Η ψηφοφορία ήταν σχεδόν οριακή με τους ευρωβουλευτές να εκφράζουν ανησυχία πως κάποια από τα νομοθετήματα δεν θα εγκρίνονταν, κάτι που θα οδηγούσε σε «ντόμινο». Κάποιοι μάλιστα παραδέχθηκαν ότι ψήφισαν με «βαριά καρδιά» και με γνώμονα ότι δεν θα παρουσιαστεί εκ νέου σύντομα άλλη σχετική ευκαιρία συνολικής επίλυσης του μεταναστευτικού από πλευράς Ε.Ε. Διεκόπη, μάλιστα, κάποια στιγμή η ψηφοφορία στην ολομέλεια από διαμαρτυρίες ακτιβιστών, που βρέθηκαν στα θεωρεία του κοινοβουλίου, φωνάζοντας «αυτό το σύμφωνο σκοτώνει, μην ψηφίζετε». Νωρίτερα σε ιδιαίτερα υψηλούς τόνους κινήθηκε η σχεδόν τρίωρη συζήτηση, που προηγήθηκε της ψηφοφορίας.
Η συζήτηση των ευρωβουλευτών έγινε παρουσία των «αρχιτεκτόνων» του Συμφώνου, του αντιπροέδρου της Κομισιόν Μαργαρίτη Σχοινά και της αρμόδιας επιτρόπου Ιλβα Γιόχανσον. Και οι δύο υπογράμμισαν την αναγκαιότητα να υπερψηφιστεί το Σύμφωνο με τον πρώτο να προειδοποιεί πως «καταψήφιση της δέσμης είναι καταψήφιση της Ευρώπης των λύσεων» και να σημειώνει ότι νιώθει τιμή που ήταν «παρών» σε όλη την ιστορική διαδικασία από την πρώτη στιγμή. «Είμαστε έτοιμοι να διαβούμε τον Ρουβίκωνα», καθώς θα αποδειχθεί ότι «η Ε.Ε μπορεί να παραδώσει τα υπεσχημένα στους πολίτες», γεγονός κρίσιμο ενόψει των ευρωεκλογών. Με αγώνα ποδοσφαίρου χαρακτήρισε την ψηφοφορία η επίτροπος Γιόχανσον λέγοντας προς τους ευρωβουλευτές πως «δεν μπορείτε να μείνετε στα αποδυτήρια. Στο χέρι μας είναι να σκοράρουμε υπέρ της Ευρώπης».
Από την πλευρά τους, οι περισσότεροι των εισηγητών (από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, τους Σοσιαλιστές και Δημοκράτες και Φιλελεύθερους) παραδέχθηκαν μεν την κριτική που ασκήθηκε από ευρωβουλευτές –συγκεκριμένα της Αριστεράς και των Πρασίνων– για το κείμενο του Συμφώνου, ωστόσο υπογράμμισαν ότι δεν θα βρεθεί σύντομα άλλη ευκαιρία για μια συνολική αντιμετώπιση του μεταναστευτικού, καθώς ήδη χρειάστηκαν συνολικά οκτώ χρόνια συνεχών διαπραγματεύσεων και με ad hoc λύσεις, που εφαρμόζονταν σε περιόδους κρίσεων. Με την ανησυχία για περαιτέρω ενδυνάμωση της άκρας δεξιάς στις επικείμενες ευρωεκλογές αρκετοί υπογράμμισαν ότι το Σύμφωνο πρέπει να υπερψηφιστεί, καθώς – παρά τις όποιες αδυναμίες του– δίνει για πρώτη φορά μια ευρωπαϊκή συνολική λύση, ενώ θα χτίσει την εμπιστοσύνη μεταξύ κρατών-μελών και μεταξύ Ε.Ε. και πολιτών. Με αρκετές αναφορές στις κρίσεις και το δυσανάλογο «βάρος», που σήκωσαν τα τελευταία χρόνια ως χώρες υποδοχής η Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία, ευρωβουλευτές από τις τρεις μεγαλύτερες ευρωομάδες αναφέρθηκαν στον μηχανισμό «αλληλεγγύης», που ενσωματώθηκε για πρώτη φορά και στην εξασφάλιση του ευρωπαϊκού δικαίου και των δικαιωμάτων των αιτούντων ασύλου μέσω πλέον κοινού ευρωπαϊκού συστήματος καθώς και του αποτελεσματικού ελέγχου των κοινών ευρωπαϊκών συνόρων. Από την πλευρά τους ευρωβουλευτές της Αριστεράς και των Πρασίνων ισχυρίστηκαν ότι η εν λόγω συμφωνία δεν επιλύει κανένα από τα ζητήματα που κλήθηκε να επιλύσει όπως τους πνιγμούς στη Μεσόγειο ή ότι οι χώρες άφιξης παραμένουν υπεύθυνες. Εκπρόσωποι της ακροδεξιάς ευρωομάδας (ID) καταφέρθηκαν εναντίον του Συμφώνου λέγοντας ότι θέλουν αποχώρηση όλων των μεταναστών και ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες δεν θέλουν να αντικατασταθούν από άλλες εθνικότητες.ΤΙ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ ΤΟ «ΠΑΚΕΤΟ»
Στο Σύμφωνο περιλαμβάνεται η επικαιροποίηση του κανονισμού Eurodac (βάση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων της Ε.Ε.), ο κανονισμός για ενίσχυση των ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε. Ακόμα ενσωματώνεται ο κανονισμός για τη διαδικασία ασύλου, που θεσπίζει κοινή διαδικασία που πρέπει να ακολουθούν τα κράτη-μέλη όταν άτομα ζητούν διεθνή προστασία. Εντάσσεται επίσης και ο κανονισμός για τη διαχείριση ασύλου και της μετανάστευσης που θα αντικαταστήσει τον ισχύοντα κανονισμό του Δουβλίνου. Ο νέος κανονισμός καθορίζει, άλλωστε, ποιο κράτος-μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση μιας αίτησης ασύλου (συνδυάζει την υποχρεωτική αλληλεγγύη για στήριξη των κρατών-μελών με ευελιξία για το πώς θα γίνεται η συνεισφορά).
Το Σύμφωνο εμπεριέχει νόμο, που θεσπίζει το πλαίσιο, το οποίο επιτρέπει στα κράτη-μέλη να αντιμετωπίζουν καταστάσεις κρίσης, επιτρέποντας ευελιξία σε ορισμένους κανόνες, για παράδειγμα, όσον αφορά την καταγραφή των αιτήσεων ασύλου ή τη διαδικασία ασύλου στα σύνορα.
Η μεταρρύθμιση παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από την Κομισιόν τον Σεπτέμβριο του 2020 και πέρασε από διάφορες φάσεις έως ότου καταλήξουν το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σε συμφωνία επί της αρχής, τον περασμένο Δεκέμβριο.